Καθόμουν στη στάση του αστικού λεωφορείου και κοίταζα το ρολόι μου. Η ώρα κόντευε έντεκα το βράδυ και φοβόμουν μήπως είχα χάσει το τελευταίο δρομολόγιο. Με είχε πλημμυρίσει ένα συναίσθημα αγωνίας. Κάτι βάραινε την ψυχή μου. Ένας αλλόκοτος φόβος προσπαθούσε να με παραλύσει, αλλά δεν τα κατάφερνε. Η ατμόσφαιρα γύρω μου άλλαζε. Λες και μια σκοτεινή ομίχλη προσπαθούσε να σχηματιστεί τριγύρω μου, να με καλύψει και να με καταπιεί.
"Αντιστάσου", είπα νοερά στον εαυτό μου.
- Resistere, άκουσα μια μελωδική φωνή πίσω από την πλάτη μου.
Το σώμα μου είχε ανατριχιάσει. Όλες μου οι αισθήσεις είχαν υπεροξυνθεί. Στράφηκα απότομα προς το μέρος της φωνής και την αντίκρισα για πρώτη φορά. Ξεροκατάπια. Ο λαιμός μου είχε κολλήσει και οι φωνητικές μου χορδές δε λειτουργούσαν. Τα μάτια μου είχαν γουρλώσει στο θέαμα της. Μια υποψία χαμόγελου στα χείλη της.
- Vos oportet manere tranquillitas!
"Για στάσου Ιανέ. Ξέρεις λατινικά. Μετέφρασε..."
- Πρέπει να παραμείνω ψύχραιμος;
Είδα το κεφάλι της να κάνει μια μικρή κλίση προς τα κάτω, σα να μου απαντούσε θετικά.
- Noli timere amici mei. Focus! Ex timore eiciam!
Τα κεχριμπαρένια μάτια της κοίταζαν ίσα στα καστανοπράσινα δικά μου.
- Δε φοβάμαι. Συγκεντρώνομαι… και διώχνω τον τρόμο!
Η ομίχλη που πύκνωνε γύρω μου αποτραβήχτηκε με μεγάλη ταχύτητα. Σαν να άκουσα ένα υπόκωφο ουρλιαχτό απογοήτευσης. Το λεωφορείο μόλις είχε περάσει και δεν υπήρχε περίπτωση να το προλάβω τρέχοντας ως την επόμενη στάση. Ποδαράτο.
- Είναι ωραία βραδιά δε βρίσκεις; Έναστρος ουρανός και καθαρός, είπε η γυναίκα μπροστά μου.
Κοίταξα προς τα πάνω και δεν είδα σχεδόν τίποτα, γιατί τα φώτα της πόλης δε μου το επέτρεπαν. Κατόπιν κοίταξα προς αυτήν. Μου φάνηκε γνωστή, αλλά και απόκοσμη. Όμορφη και ταυτόχρονα φρικιαστική. Σαγηνευτική και απωθητική.
- Ω ναι… είπε μελιστάλαχτα. Βλέπεις καλά. Θες να περπατήσουμε ως το σπίτι σου; Να συζητήσουμε και για διάφορα θέματα;
- Εντάξει, κατάφερα να ψελλίσω.
Δεν απορούσα που φορούσε μια μακριά λευκή σατέν φούστα με σχισμές που όταν περπατούσε φανερώνονταν οι γάμπες και τα μπούτια της. Ούτε το περίεργο εμπρόσθιο ημιδιαφανές λευκό μπλουζάκι (ήταν η μόνη λέξη που μπορούσα να ταιριάξω με την αμφίεση).
- Και πώς να σε φωνάζω, με ρώτησε ενώ το βλέμμα της ταξίδευε πάνω μου.
Κόμπιασα γιατί πραγματικά ένιωσα να με αγγίζει, να με χαϊδεύει ίσως και να με θωπεύει, ενώ δεν το έκανε.
- Ιανός. Εσύ;...
Τα μάτια της έλαμψαν απότομα με σκοτεινή χαρά ενώ με διέκοπτε.
- Ο θεός της αρχής και της μετάβασης προσωποποιημένος μπροστά μου. Αχ πόσο ζητούσα να σε γνωρίσω.
Το χέρι της έπιασε το δικό μου. Ένιωσα ένα αργό ηλεκτρικό ρεύμα να με διαπερνά και είτε ήταν στατικός ηλεκτρισμός ή όχι, πραγματικά είδα σπινθήρες. Ναι! Ήξερα πλέον τη δύναμη αυτής της γυναίκας.
- Κι εσύ είσαι η...
- Χεκφαυκχέτ. Αλλά αν σου είναι δύσκολο να το προφέρεις τότε λέγε με Καυκέτ.
- Αιγυπτιακό ακούγεται. Συνώνυμο της...
- Ω είναι! Ναι είναι...
Το χαμόγελο που εμφανίστηκε στα χείλη της με καλούσε να κάνω ακόλαστες πράξεις στο κορμί της. Ήξερα πως με δοκίμαζε και αντιστάθηκα.
Περπατήσαμε μαζί τα δύο και κάτι ψιλά χιλιόμετρα που με χώριζαν από το σπίτι μου. Ο τρόπος που περπατούσε ήταν υπνωτιστικός, αλλά όχι για μένα. Οι άνθρωποι που βρίσκονταν στο δρόμο μας, παραμέριζαν για να περάσουμε. Μιλήσαμε για διάφορα θέματα. Η ώρα πέρασε λες και ήταν δευτερόλεπτα. Έξω από το σπίτι μου σταματήσαμε και τα χέρια της βρέθηκαν γύρω από το λαιμό μου.
- Πραγματικά χάρηκα που σε γνώρισα αγαπημένε μου. Δεν ήξερα ότι τόσο ισχυρή θέληση υπήρχε σε κάποιον τόσο νέο. Αν θες να με ονειρευτείς, να το κάνεις. Αλλά κοίτα, μη συμμετέχεις.
Μου χαμογελούσε και αντιλήφθηκα ειλικρίνεια στον τόνο της φωνής της. Τα χέρια της ίσα που έσφιξαν για να με τραβήξουν προς το μέρος της και τα χείλη της ακραγγίξανε τα δικά μου.
- Καληνύχτα. Θα παραμείνω στην πόλη σου για περισσότερο καιρό απ' αυτό που υπολόγιζα, θα βρεθούμε...
- Την Παρασκευή στο κλαμπ...
Την είδα να γνέφει ναι και να υποκλίνεται με τον τρόπο των αρχαίων... ενώ η πούτσα μου είχε σκληρύνει ανεξέλεγκτα.
Το ίδιο βράδυ προσπάθησα να βαρέσω μια μαλακία σκεφτόμενος αυτήν αλλά δεν τα κατάφερα. Όταν όμως σκέφτηκα κάποια άλλη, έχυσα μέσα στο εσώρουχο μου πριν προλάβω καν να την παίξω.
Αποκοιμήθηκα και τα όνειρα ήρθαν.
Στην αρχή πετούσα. Είχα βγει από το παράθυρό μου και αιωρήθηκα πάνω από την πόλη. Μετά άκουσα τη φωνή της: "Έλα κοντά μου"! Γρήγορα διένυσα τις οδούς και τις λεωφόρους και έφτασα μακριά, σε μια εξοχική κατοικία που ποτέ δεν είχα επισκεφθεί. Το σώμα μου διαπέρασε τον τοίχο σα να ήμουν άϋλος και βρέθηκα σε ένα μεγάλο σαλόνι. Κόλλησα στην πιο σκοτεινή γωνία της μεσοτοιχίας και κοίταζα το θέαμα.
Η καινούρια μου φίλη χόρευε έναν αρχαίο αισθησιακό χορό, αλλά μουσική δεν ακουγόταν. Σε κάθε λίκνισμα ήταν λες και έβλεπα να γίνεται πιο σαγηνευτική απ' ότι πιο πριν. Δύο άντρες μέσης ηλικίας ήταν καθισμένοι στο μεγάλο καναπέ του σαλονιού και τη θαύμαζαν.
"Σάλια είναι αυτά που τρέχουν από το στόμα τους;" αναρωτήθηκα.
Η φίλη μου καθώς χόρευε, έκανε μισή στροφή. Τα μάτια της κοίταξαν τα δικά μου και ο δείκτης του αριστερού χεριού βρέθηκε στα χείλη της, ενώ μου έκλεινε πονηρά το μάτι. Κατόπιν γύρισε και άρχισε να αφαιρεί τα πέπλα που φορούσε. Η Σαλώμη δεν είχε χορέψει καλύτερα από αυτή. Ήμουν πλέον σίγουρος.
Άγνωστο πως, οι δύο άντρες βρέθηκαν χωρίς ρούχα και με τα χέρια στις ψωλές τους να τις παίζουν ρυθμικά. Όταν η φίλη μου αφαίρεσε το τελευταίο κομμάτι υφάσματος που κάλυπτε το μπρούτζινο και αγαλματένιο στήθος της, σπέρματα τινάχτηκαν παντού, ενώ βογκητά ικανοποίησης ξέφυγαν από τα στόματά τους. Η πλάτη της γύρισε προς τα εμένα και την είδα να γονατίζει μπροστά από έναν από τους δύο, ενώ το δεξί χέρι της βρέθηκε στα σκέλια του άλλου. Είδα το σώμα της να λικνίζεται και το κεφάλι της να ανεβοκατεβαίνει. Στον ίδιο ρυθμό κινιόταν και το χέρι της. Δεν είχα καλή οπτική γωνία και προσπάθησα να κάνω ένα βήμα μπροστά, αλλά κάτι με σταμάτησε. "Quit moventur" άκουσα τη φωνή της να μου λέει και δεν κινήθηκα.
Σε λίγο τα πρόσωπα των ανδρών άρχισαν να συσπώνται, τα σώματά τους να τρέμουν και τέλος κραυγές απόλαυσης να φεύγουν από τα χείλη τους. Η φίλη μου βρέθηκε να ιππεύει ανάποδα τον άλλο που του την έπαιζε και να χορεύει πάνω του έναν ακόμα πιο αισθησιακό χορό. Τα μάτια της καρφώθηκαν στα δικά μου και δε μπορούσα να συγκεντρωθώ εντελώς στο σώμα της. Ήξερα ότι λικνιζόταν αργά πάνω σε μια καυλωμένη πούτσα. Ήξερα ότι το χέρι της μάλαζε την άλλη πούτσα που μόλις είχε ρουφήξει. Αλλά δεν είχα εικόνα.
Η πούτσα μου είχε σκληρύνει ξανά ενώ κοιμόμουν και το ήξερα.
Την είδα να συνεχίζει έτσι για κανένα τέταρτο και ξαφνικά η μέση της λύγισε αφύσικα και έγειρε προς τον άλλον. Κατάλαβα ότι οι άντρες έφταναν σε οργασμό, αλλά κι εκείνη δεν πήγαινε πίσω γιατί το σώμα της άρχισε να τραντάζεται σπασμωδικά, γρήγορα και σε σημείο που πλέον δε μπορούσα να αντιληφθώ.
Τα μάτια μου άνοιξαν. Ήμουν ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου και η πούτσα μου ήταν σα σίδερο. Αντί να συγκεντρωθώ στο όνειρο που μόλις είχα δει, άκουσα τη Σαμάνθα Φοξ να μου τραγουδάει This is the night! Touch me! i wanna feel your body. Το πρόσωπο και το σώμα της ξανθιάς τραγουδίστριας πλημμύρισαν τις σκέψεις μου και άρχισα να χύνω δυνατά.
Τρία λεπτά αργότερα άνοιγα τη μπαλκονόπορτα και έβγαινα να καπνίσω ένα τσιγάρο. Έξω ήταν ακόμα σκοτάδι.
- Memento mei...
- Και βέβαια θα σε θυμάμαι... είπα στον αέρα.
Copyright protected OW ref: 179490
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.