Πρώτη ημέρα πήγα με τα πόδια, για να μάθω το δρόμο. Φορούσα την επίσημη στολή της υπολοχαγού. Ήταν καλοραμμένη και το καλής ποιότητας ύφασμα αναδείκνυε άψογα το γυμνασμένο μου σώμα. Ήμουν σε δίλημμα αν έπρεπε να φορέσω στρινγκάκι, καθώς ο κώλος μου θα φαινόταν πολύ περισσότερο στο χαλαρό ύφασμα της στολής. Για άλλη μια φορά επικράτησε η παιχνιδιάρικη διάθεση και η ανάγκη μου να προκαλώ τα αρσενικά.
Στην πύλη κάθονταν ένας άντρας 35-40 ετών, επιλοχίας, και ένας φαντάρος ΑΜ. Παρουσιάστηκα, είπα γιατί είχα έρθει και ποια ήμουν. Φαίνεται ότι είχαν προειδοποιηθεί για την άφιξή μου γιατί με άφησαν να περάσω αμέσως. Δε μπορούσαν όμως να κρύψουν την καύλα τους. Τους καταλάβαινα γιατί πραγματικά ήμουν φωτιά. Μου είπαν να μην απομακρυνθώ, πως θα έρθει κάποιος να με πάει στο διοικητή. Σκέφτηκα ότι απλά ήθελαν οφθαλμόλουτρο, είπα όμως να μην τους το χαλάσω. Ο επιλοχίας άρχισε να με ρωτάει διάφορα, που υπηρετούσα, από πού είμαι κλπ. Αρχικά απαντούσα με προθυμία, όταν όμως άρχισε να μου μιλάει στον ενικό και να με κοιτάει στο στήθος αντί για το πρόσωπο άρχισα να εκνευρίζομαι. Έτσι χάρηκα που είδα να πλησιάζει ένα τζιπάκι για να με πάει στο διοικητή. Χαιρέτησα βιαστικά, μπήκα μέσα και κοίταξα τον οδηγό. Ήταν ένας χοντρός αρχιλοχίας με καραφλίτσα, που μόλις με είδε ενθουσιάστηκε. Μέχρι να φτάσουμε στο διοικητήριο, δεν πήρε τα μάτια του από πάνω μου, πράγμα που επίσης άρχισε να με εκνευρίζει και αποφάσισα να τον τιμωρήσω. Έτσι μόλις φτάσαμε κατέβηκα και κατευθύνθηκα προς την πόρτα κουνώντας τον κώλο μου με όλη τη μαεστρία που μπορούσα να βάλω, κάνοντας τα κωλομέρια να κουνιούνται πάνω-κάτω με το στρινγκ, ξέροντας πως το βλέμμα του άξεστου ΕΜΘ είχε κολλήσει εκεί.
Όπως διαπίστωσα από τις πρώτες μέρες το στρατόπεδο αυτό αποτελούνταν κυρίως από μόνιμους ΕΜΘ και ΕΠΟΠ. Οι φαντάροι ήταν ελάχιστοι. Οι περισσότεροι ήταν ίδια φάση με τους πρώτους δύο. Άξεστοι, αναιδείς, αμόρφωτοι. Δυστυχώς συναγελαζόμουν συχνά μαζί τους καθώς ήμουν υποχρεωμένη να τους κουράρω ψυχολογικά. Ο διοικητής επέμενε να τους βλέπω τουλάχιστον μια φορά το μήνα, πολλοί δε, έρχονταν κι από μόνοι τους είτε επειδή ήταν δωρεάν, είτε για να με πάρουν μάτι με την παραλλαγή και τα στρινγκάκια μου. Παρ’ όλο που δε μου άρεσε πάντα ο τρόπος που με κοιτούσαν συνέχισα να τους προκαλώ. Η καύλα που τους προκαλούσα κάθε μέρα ήταν η τιμωρία τους για την ταλαιπωρία μου. Σε κάθε περίπτωση ήμουν υποχρεωμένη να τους βλέπω όλους και να ακούω όλα όσα είχαν να μου πουν. Αυτό περιελάμβανε πολλές ιστορίες για την οικογένειά τους, τις παρέες τους, τις συνήθειές τους και φυσικά για τις εμπειρίες τους στο στρατό, τις οποίες πάντα φρόντιζαν να φουσκώνουν για να με εντυπωσιάσουν. Αν και αυτό ήταν μη ορθό επιστημονικά, κάποιους εξ’ αυτών που μου έλεγαν πχ ότι έδερναν τις γυναίκες τους ή ότι έψαχναν τρόπο να κλέβουν στα χαρτιά, τους είχα αντιπαθήσει με όλη μου την ψυχή.
Μετά από περίπου ένα μήνα με έβαλαν υπηρεσία σε ένα φυλάκιο προς τα σύνορα. Ήταν αποκομμένο, μακριά από τον πολιτισμό και θα ήμουν μόνη όλη την ημέρα με έξι μόνιμους. Πραγματικά βλαστημούσα την ώρα. Ένας από αυτούς ήταν και ο αρχιλοχίας της πρώτης μέρας, που τον είχα αντιπαθήσει ακόμα περισσότερο όταν μου περιέγραψε ότι είχε δείρει τη γυναίκα του που τον απάτησε. Ευτυχώς για τον ΑΥΔΜ υπήρχε ξεχωριστό δωμάτιο να κοιμάται, συγκεκριμένα ήταν ένα κτίσμα σε αρκετή απόσταση από το θάλαμο των οπλιτών και τα μαγειρεία. Σε κανένα κτίσμα δε δούλευε η θέρμανση και έκανε αρκετό κρύο. Άφησα τα πράγματά μου, τους μάζεψα να τους πω τα τυπικά στη φρουρά και έφυγα για έφοδο. Ως ΑΥΔΜ έπρεπε να κάνω δύο εφόδους με το τζιπάκι στις αποθήκες καυσίμων γύρω από το φυλάκιο. Είπα ότι θα κάνω την επόμενη το βράδυ, ώστε να έχω τελειώσει πριν τις 12 και να ξαπλώσω. Απαγορευόταν να κοιμηθώ.
Μετά την έφοδο άρχισα να μιλάω με έναν τύπο στο chat. Μου τα έλεγε πολύ καλά και άρχισε να με ανάβει. Προσπάθησα να μείνω στο δωμάτιό μου, οι μόνιμοι όμως με έβγαλαν πολλές φορές έξω με προσχήματα του τύπου «δείξτε μας τι να κάνουμε εδώ» κτλ. Ήταν προφανές ότι το έκαναν για να παίρνουν μάτι τον κώλο μου. Είχαν όλοι κολλήσει να τον κοιτάζουν και αυτό σε συνδυασμό με τον τύπο στο chat, επέτεινε την καύλα μου. Στις 11 βγήκα για τη δεύτερη έφοδο. 12 παρά τέταρτο ήμουν πίσω, έβγαλα τις αρβύλες και τις κάλτσες μου, κράτησα όμως την παραλλαγή για την περίπτωση που χρειαζόταν να βγω έξω. Μετά από περίπου μισή ώρα είχα λαγοκοιμηθεί όταν άκουσα ένα χτύπημα στην πόρτα.
- Κυρία υπολοχαγέ, είμαι ο …, σας χρειαζόμαστε για κάτι.
- Πέρνα.
- Με συγχωρείτε, έχουμε ένα πρόβλημα, λείπει ένα G3.
- Τι εννοείς; Αφού τα μέτρησα και ήταν όλα εκεί.
- Τι να σας πω; Ελάτε να δείτε.
Πετάχτηκα αμέσως πάνω και βγήκα έξω με τις σαγιονάρες. Ήμουν αναστατωμένη, κινδύνευα με στρατοδικείο αν έλειπε όπλο. Πήγα γρήγορα-γρήγορα στο θάλαμο των οπλιτών, ήταν τρεις, οι άλλοι είχαν περίπολο, όλοι όρθιοι με τα μπλουζάκια και τις σκελέες. Κατευθύνθηκα προς τον οπλοβαστό όταν άκουσα να κλείνει η πόρτα πίσω μου.
- Τι γίνεται, που είναι το όπλο;
- Εδώ…
απάντησε ο ένας και έπιασε τον πούτσο του πάνω από τη σκελέα.
- Τι κάνεις ρε; Αυτό είναι εξύβριση ανωτέρου, θα σε πάω στρατοδικείο. Ανοίξτε αμέσως την πόρτα να βγω, είστε όλοι σε μπελάδες.
- Εσύ είσαι σε μπελάδες κούκλα. Κοίτα τι έχω εδώ…
είπε και μου έδειξε ένα αστυνομικό γκλομπ.
- Γδύσου αλλιώς θα σε κάνω μαύρη.
- Ρε δεν πας καλά, κάντε τώρα στην άκρη μην πάρω ανάποδες.
Την επόμενη στιγμή το γκλομπ βρέθηκε στο μπράτσο μου. Αν και το χτύπημα δεν ήταν δυνατό ο πόνος ήταν έντονος.
- Γδύσου, τώρα!
Δεν είχα άλλη επιλογή. Πρώτα ξεκούμπωσα το χιτώνιο, όσο πιο αργά μπορούσα μήπως επέστρεφαν όσοι ήταν σε υπηρεσία και με γλίτωναν. Έπειτα έβγαλα το φούτερ, ένιωσα το κρύο του βουνού να με διαπερνά. Σειρά είχε η κοντομάνικη. Με κοιτούσαν όλοι σαν ξελιγωμένοι. Δε χρειαζόταν καν να ρωτήσω αν έπρεπε να συνεχίσω. Ξεκούμπωσα και το παντελόνι και το κατέβασα αργά-αργά. Είχα μείνει με τα εσώρουχα, άσπρο σουτιέν και ροζ στρινγκ, και πατούσα ξυπόλητη το πάτωμα. Κρύωνα πάρα πολύ και ένιωθα ντροπή. Τρεις άξεστοι και αμόρφωτοι ΕΜΘ με κοιτούσαν μόνο με τα εσώρουχα και καύλωναν.
- Σας παρακαλώ, κρυώνω πολύ. Εντάξει σας έκανα τη χάρη, αφήστε με να φύγω.
- Μην αγχώνεσαι μικρούλα, θα σε ζεστάνουμε εμείς, θα καλοπεράσεις.
Ένας από αυτούς χτύπησε ελαφρά το μπούτι μου. Πριν προλάβω να αντιδράσω ο δεύτερος έβαλε το χέρι του στην κοιλιά μου και με τράβηξε πίσω, πιάνοντας με το άλλο του χέρι το κωλαράκι μου. Μου έπιασαν τα πόδια, με σήκωσαν, με πήγαν σε ένα κρεβάτι και με πέταξαν πάνω. Αν και είχαν στρώσει ένα σεντόνι, η σκέψη ότι θα με πηδούσαν πάνω στις κουβέρτες του στρατού με γέμισε αηδία. Μου έδεσαν χέρια και πόδια στα σίδερα στις τέσσερις άκρες και με τράβηξαν φωτογραφίες. Δε μπορούσα ούτε να μιλήσω από τη σύγχυση. Τότε ο αρχιλοχίας από τη μονάδα μου, ήρθε και άγγιξε με το χοντροδάχτυλο του το στρινγκ μου. Ένιωσα το κορδονάκι στο μουνί μου. Ένα έντονο κύμα ηδονής με διαπέρασε.
- Σου αρέσει μικρό πουτανάκι; Τώρα θα δεις.
Ο αρχιλοχίας έβγαλε τη μπλούζα και τη σκελέα του, αποκαλύπτοντας ένα άσπρο σώβρακο παλαιού τύπου. Έβγαλε την πούτσα του έξω, ένα παλαμάρι 20 πόντους, και πριν προλάβω να αντιδράσω την έχωσε στο στόμα μου και άρχισε να με τσιμπουκώνει. Δεν αντιδρούσα καθόλου, δεν ήξερα τι να κάνω. Είχε κλείσει το κεφάλι μου στα τριχωτά του μπούτια και μου τον έδινε κανονικότατα. Ήταν βρώμικος, με γέμιζε αηδία. Συνέχισε να μου τον δίνει για λίγο και εντελώς απροειδοποίητα βγήκε. Ήρθε από πάνω μου, μου έσκισε το σουτιέν στα δύο και μπήκε ανάμεσα στα πόδια μου. Έσκισε και το στρινγκάκι μου, κοίταξε το ξυρισμένο μου μουνάκι και έγλειψε επιδεικτικά τα χείλη του. Ακούμπησε την πούτσα του στο μουνί μου, έβαλε τα χέρια του στα βυζιά μου και μπήκε μέσα μου. Άρχισε να μπαινοβγαίνει σταθερά. Δεν επιτάχυνε ούτε επιβράδυνε, με κάθε σπρωξιά έμπαινε και βαθύτερα. Είχα απογειωθεί, μπορεί να ήταν άσχημος και κοιλαράς, ήξερε όμως να γαμάει καλά. Λίγα λεπτά μετά ήμουν έτοιμη να χύσω. Προσπάθησα μάταια να κρατηθώ αλλά ήταν αδύνατο. Μόλις διαπίστωσε τι έγινε, ο γαμιάς μου άρχισε να κουνιέται πιο έντονα.
- Έτσι γαμάνε τα στρατά κουκλάρα μου!
Λίγο μετά έδωσε μια δυνατή και έχυσε μέσα μου (ευτυχώς παίρνω το χάπι). Αποτραβήχτηκε και με άφησε ξέπνοη. Τότε είδα τους άλλους δύο να έχουν ήδη γδυθεί.
- Ώρα για παρτούζα, κυρία υπολοχαγέ!
Με έλυσαν και με έστησαν στα τέσσερα. Η ιδέα ότι θα με πάρουν δύο μαζί με έκανε να αντισταθώ, όμως δε μπορούσα να τους επιβληθώ.
- Θα σου ξεσκίσουμε το κωλαράκι καριόλα, μας έχεις τρελάνει από το πρωί. Ετοιμάσου για ένα ξέσκισμα που θα σου μείνει αξέχαστο.
Ο δεύτερος της παρέας, ένας 35άρης λοχίας, έφτυσε τα δάχτυλά του και άρχισε να παίζει με την τρυπούλα μου και να την ανοίγει. Μια ανατριχίλα με διαπέρασε ολόκληρη, και χωρίς να το καταλάβω ο τρίτος είχε ξαπλώσει από κάτω μου. Με σήκωσαν και οι τρεις μαζί και με έβαλαν να κάτσω στην πούτσα του. Το μουνί μου ήταν ακόμα ανοικτό και έφτασε βαθιά πολύ εύκολα. Το επόμενο λεπτό μπήκε και ο δεύτερος στον κώλο μου.
- Τι στενό μουνάκι είναι αυτό μωρή, πω, πω κάτι κομμάτια που βγάζει η ΣΣΑΣ.
- Το κωλαράκι σου είναι το πιο στενό που έχω γαμήσει τσουλάκι, θα στο ανοίξω για τα καλά.
Άρχισαν να με πηδάνε μαζί ρυθμικά. Όταν έμπαινε ο ένας υποχωρούσε ο άλλος και αντιστρόφως. Συντονίζονταν τέλεια, ήταν φανερό πως δεν ήταν η πρώτη φορά που το έκαναν. Εγώ είχα χάσει πλήρως τον έλεγχο, το μυαλό μου δε μπορούσε να διαχειριστεί την κατάσταση. Ούρλιαζα από πόνο και ηδονή ταυτόχρονα.
- Σκάσε μωρή καριόλα, μας πήρες τα αυτιά…
είπε ο αρχιλοχίας και μου έχωσε και πάλι την πούτσα στο στόμα. Πλέον γαμιόμουν από όλες τις τρύπες μου, με ξέσκιζαν κανονικότατα τρεις ιεραρχικά κατώτεροί μου. Η σκέψη αυτή ήταν αρκετή για να τελειώσω άλλη μια φορά. Δέχτηκα με τη σειρά μια ποσότητα σπέρματος στην πλάτη και άλλη μια στην κοιλιά. Ο αρχιλοχίας που είχε ήδη τελειώσει μια φορά αργούσε, και αναγκάστηκα να βάλω όλη μου τη μαεστρία για να τον κάνω να εκσπερματίσει. Όταν βγήκαν όλοι από μέσα μου άρχισα να κοιτάω γύρω μου. Οι τρεις γαμιάδες μου γελούσαν. Καθ’ όλη τη διάρκεια με έπαιρναν βίντεο και φωτογραφίες, τις οποίες τώρα κοιτούσαν εκστασιασμένοι. Γύρισαν και με κοίταξαν.
- Σε λίγο γυρίζουν οι άλλοι δύο από υπηρεσία, καλύτερα να γυρίσεις πίσω.
Μου πέταξαν τα ρούχα μου, τα εσώρουχα ήταν κατεστραμμένα. Ντύθηκα όπως-όπως και πήγα να φύγω. Ο αρχιλοχίας με σταμάτησε.
- Ξέρεις από τις συνεδρίες μας πόσο επικίνδυνος μπορώ να γίνω. Για το σημερινό μην πεις τίποτα πουθενά αν θες το καλό σου.
Τον κοίταξα και κούνησα το κεφάλι συγκαταβατικά. Τι να του έλεγα, ότι το είχα ευχαριστηθεί και κατά βάθος ήθελα κι άλλο; Ή ότι για τις επόμενες ημέρες θα ονειρευόμουν την πούτσα του; Οι υπηρεσίες που θα ακολουθούσαν, δε θα ήταν ποτέ ξανά ίδιες.
Copyright protected OW ref: 151907
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.