Είχαμε έναν κηπουρό, το Γιώργη, ο οποίος ήταν Σερραίος και περιποιόταν τον κήπο μας. Έλεγε πως ήταν φτωχός και έκανε τον πολυτεχνίτη για να ζήσει, όμως ήταν και συνεργάτης ιδιωτικού γραφείου ερευνών, κάτι που σχεδόν κανείς δε γνώριζε, πόσο μάλλον τότε. Ήξερε πάντα τα τελευταία νέα και κουτσομπολιά, σχεδόν τους πάντες και πού τον έχανες, πού τον έβρισκες, ξαφνικά βρισκόταν από πίσω σου να σε ακολουθεί ή μες στον κόσμο, εκεί που δεν τον περιμένεις. Ήταν κάποιας ηλικίας και είχε και εγγόνια. Καμιά φορά τα έφερνε μαζί του και παίζαμε Playstation (τότε ήταν το 2). Η μεγάλη, ήταν κάπως απότομη. Μου έκανε ερωτήσεις που με έφερναν σε δύσκολη θέση. Το πρώτο πράγμα που με ρώτησε, αμέσως μόλις συστηθήκαμε, ήταν "αν έχω κορίτσι" και με κοίταζε με ένα βλέμμα που με έκανε να νιώθω άβολα, ένα βλέμμα που πρόδιδε εμπειρία και γνώση. Μετά άρχισε να μου λέει για το καλοκαίρι, πού πάει διακοπές και άλλα. Με ρώτησε αν θα μπορούσαμε να συναντηθούμε και το καλοκαίρι, να πηγαίναμε στη θάλασσα, μιας και εκείνη τη χρονιά δεν θα πήγαινε κατασκήνωση. Εμένα δεν πήγε το μυαλό μου στο πονηρό, καθώς τα κορίτσια της ηλικίας της έχουν φίλο, εξάλλου, εμένα πάντα μου άρεζαν οι μεγαλύτερες.
Ήρθε το καλοκαίρι και τελικά βρεθήκαμε στη Χαλκιδική. Θα τη φιλοξενούσα σπίτι. Βλάκας εγώ, δεν αναρωτήθηκα πως αφήνουν έτσι μόνο του ένα κορίτσι στα 17 να πάει να μείνει σε σπίτι που δεν έχει κάποια φίλη της, που δεν έχει κορίτσια στην ηλικία της, δεν τρόμαξα, δεν ανησύχησα, δεν αναρωτήθηκα καν, νόμισα πως επειδή είμαι κορόϊδο και χαϊβάνι εγώ, όλα νορμάλ ήταν. Με το που φτάσαμε στην παραλία, άρχισαν τα "ατυχήματα". Ξαφνικά, της "πέφτει" το πάνω μέρος του μπικίνι, αφήνοντας το στήθος της γυμνό.
- Αχ, μου έπεσε, μάλλον το νούμερο που πήρα δεν ήταν το σωστό…
κάνει με ένα ναζιάρικο ύφος, που ακόμη και ένας μπουμπούνας σαν εμένα θα καταλάβαινε αμέσως πως ήταν επίπλαστο. Εγώ δεν "εντυπωσιάστηκα", το στήθος ήταν μικρό, δε θα μπορούσα να το δω ερωτικά καν.
- Θα με βοηθήσεις να το δέσω;…
κάνει μια και μου χαμογελάει πονηρά. Ευτυχώς ήταν ρηχά και χωρίς δυσκολία, πήγα να της το δέσω από πίσω. Αυτή όμως δεν καθόταν φρόνιμα, κουνιόταν επίτηδες, για να με δυσκολέψει να μην το κάνω γρήγορα, αλλά δεν είπα τίποτα, εξάλλου όλη η μέρα ήταν δική μας. Έκανε λίγο προς τα πίσω, και ακούμπησε το κωλαράκι της πάνω μου. Πάλι δεν είπα τίποτα και προσπάθησα να αγνοήσω το συμβάν, όμως άρχισε να μου τρίβεται και να κάνει κυκλικές κινήσεις. Εκεί άρχισα να έχω εξάψεις, μου είχε ήδη σηκωθεί, όμως πίεσα τις ορμές μου. Γυρνάει μπροστά μου και σε κίνηση μισού δευτερολέπτου, το δένει μόνη της και με κοιτάει με γελάκι, πλέον ήταν προφανές πως το έκανε επίτηδες. Χαμογέλασα κι εγώ, πολύ αμήχανα όμως, είχα ήδη κοκκινίσει και ζοριζόμουν, πάλευα μέσα μου. Το στήθος σίγουρα δεν με είχε εξιτάρει και πολύ, όμως εκείνο το κωλαράκι, τα καλοσχηματισμένα και γυμνασμένα μπουτάκια, το μαυριδερό από την ηλιοθεραπεία χρωματάκι (ούτε αυτό μου έκανε εντύπωση για να το προσέξω τότε, που μου είχε πει πως δεν θα πήγαινε διακοπές εκείνο το καλοκαίρι...), ήταν να κολάσουν και άγιο.
"Πέτρωσα" εκεί που ήμουν και δεν ήξερα τί να κάνω, τί να πω. Έκανε κίνηση εκείνη. Χωρίς να το περιμένω, μου την πιάνει πάνω από το μαγιώ, τη "μετράει" με τη χούφτα της και μου την κουνάει αργά και βασανιστικά μερικές φορές, πάνω κάτω, ενώ με κοιτάει μέσα στα μάτια με βλέμμα femme fatale κι έχει το μικρό στοματάκι με τα κόκκινα χειλάκια μισάνοιχτο. Αν και δεν ήμασταν μόνοι μας εκεί γύρω, αναφωνεί χωρίς να προσπαθεί να μην ακουστούμε:
- Πω… πολύ μεγάλο είναι αυτό που έχεις!
Τινάχτηκα, ένιωσα σα να με χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα, ντράπηκα και για λογαριασμό μου μα και για εκείνη, η οποία είχε γνώσεις, εμπειρία και μαεστρία, ακόμη μεγαλύτερη και από συμφοιτήτριες μου! Από τα λόγια της, μέχρι τις κινήσεις της, το βλέμμα της, όλα πρόδιδαν πως κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά με την πάρτη της και πως από πολύ νωρίς είχε επαφή με πράγματα και καταστάσεις που δε θα έπρεπε. Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί, γιατί εγώ που ήμουν και αρκετά μεγαλύτερός της, δεν είχα σχεδόν καθόλου εμπειρίες και έφριξα, περισσότερο από ζήλια και στενοχώρια, φυσικά.
- Βγαίνω έξω...
ψέλλισα τραυλίζοντας. Ήδη τα χέρια μου είχαν ένα ελαφρύ τρέμουλο και το κεφάλι μου κατέκλυζε ένα κοκτέιλ σκέψεων και συναισθημάτων, καύλα, πόθος, ζήλια, οργή, λύπη, αηδία, αυτολύπηση. Με έπιασε από το χέρι και με τράβηξε πίσω. Γλίστρησα και έπεσα μέσα στο νερό, μισοκαθιστός. Περνάει τα χέρια της στους ώμους μου, τυλίγει τα πόδια της γύρω από τον κορμό μου και ενώ με κοιτάει μέσα στα μάτια με ένα λάγνο βλέμμα, ντεμέκ ερωτιάρικο, αρχίζει να μου χαϊδεύει το πρόσωπο. Εκεί δεν άντεξα άλλο, άρχισα να τη χαϊδεύω, στα μπούτια, στο κωλαράκι, έφτασα στο μαγιό. Τράβηξα λίγο τη λωρίδα με το ένα χέρι και με το άλλο άρχισα να χαϊδεύω και να τρίβω το μουνάκι της. Ήταν άτριχο. Δεν έβαλα δάχτυλο. Φάνηκε να το απολαμβάνει, έκλεισε τα μάτια, ανάσαινε βαριά και αναστέναζε, μέχρι που ολοκλήρωσε και συσπάστηκε μερικές φορές, σφίγγοντας ακόμη περισσότερο το κορμί της πάνω μου και ψιθυρίζοντας ένα εντελώς άτοπο, τελείως άκυρο, "Είσαι ωραίος".
- Πάρε με αγκαλιά σαν να ήμουν η γυναίκα σου να με βγάλεις έξω από τη θάλασσα…
μου κάνει και μάλιστα επιτακτικά. Υπάκουος εγώ, τη σηκώνω στα χέρια όπως τη νύφη ο γαμπρός και πάω. Είχα μεγάλες καύλες όμως και δεν εκτονώθηκα εγώ, φαινόταν πολύ και άσχημα κι ας φοράω μαγιό που μοιάζει με σορτσάκι (για να μη ζορίζομαι και προδίνομαι όταν έχω καύλες), οι λουόμενοι με κοίταζαν περίεργα, κάτι κυρίες χαμογέλασαν ειρωνικά κι αναγκαστικά, την άφησα κάτω για να τυλιχτώ με την πετσέτα μου. Στο δρόμο για το σπίτι που περπατούσαμε, κρατιόμασταν χέρι με χέρι. Προσποιούνταν πως απολάμβανε την παρέα μου και σαν καλή "ηθοποιός", έδινε προσοχή στη λεπτομέρεια και τις κινήσεις του σώματος, άλλοτε μου έσφιγγε το χέρι περισσότερο κι άλλοτε μου το χάιδευε απαλά.
Όταν φτάσαμε, μου πρότεινε να μπούμε μαζί για ντους. Πάλεψα με τον εαυτό μου και αρνήθηκα, λέγοντάς της να μπει εκείνη πρώτη και πως δεν ήταν σωστό. Δεν άντεξα όμως και έβλεπα πίσω από την κλειδαρότρυπα όταν έβγαλε το μαγιώ, ωραίο σώμα. Μετά το μπάνιο της πήγε στην τουαλέτα, όμως άφησε την πόρτα ανοιχτή και άρχισε να το παίζει μόνη της, αυτή τη φορά όμως βογκώντας δυνατά και αναστενάζοντας πολύ πιο αισθησιακά από ότι στη θάλασσα πριν, σα να ήθελε να με φορτώσει για να τα κάνουμε όλα. Δαγκώθηκα και κρατήθηκα με νύχια και με δόντια να μην χιμήξω στο πουτανάκι, που πλέον ήμουν σίγουρος πως ήταν "δάσκαλος πανεπιστημίου" μπροστά μου. Τελικά τελείωσε μόνη της με τρεμάμενη φωνή στο τέλος και ήρθε στο δωμάτιό μου που ήταν δίπλα στην τουαλέτα, χωρίς να τη φωνάξω. Άρχισε να με βάζει και λεκτικά σε πειρασμό:
- Θέλω να δω το δικό σου, δειξ' το μου, είναι μεγάλο, μα έλα δείξε μου και θα σου δείξω κι εγώ το δικό μου μετά.
Εγώ κοίταζα κάτω και ήμουν προβληματισμένος. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα σιωπής και εσωτερικής πάλης, αφού δαγκώθηκα και ζύγισα την κατάσταση διεξοδικά, την κοίταξα στα μάτια και τη συμβούλεψα:
- Κοίταξε Δήμητρα, να βρεις ένα αγόρι στην ηλικία σου. Δε μπορώ.
Σταμάτησα εκεί και ένιωθα έναν κόμπο στο λαιμό μου, ένιωθα να πνίγομαι, μου ερχόταν να βάλω τα κλάματα. Δεν ξέρω αν ήταν από τη ζήλια μου που αυτή είχε εμπειρίες, από τη στέρησή μου τόσο καιρό, από την ανικανότητά μου να διαχειριστώ τη φάση με ένα κορίτσι ή από την αόριστη αίσθηση κινδύνου που ένιωθα διάχυτη γύρω μου. Από το πρόστυχο μου το γύρισε στο ρομαντικό, όταν είδε πως δεν έπιασαν τα "κάλλη" της.
- Έλα να κοιμηθούμε το βράδυ αγκαλίτσα μαζί, φοβάμαι να κοιμηθώ μόνη μου και κρυώνω κιόλας. Θέλω να βρεθούμε και το άλλο καλοκαίρι, να κοιμηθούμε μαζί κάτω από τον καλοκαιρινό ουρανό και να μετράμε μαζί τα άστρα, καθώς κρατιόμαστε χέρι-χέρι.
Πλέον είχα καταλάβει πως κάτι δεν πήγαινε καλά και ήμουν αποφασισμένος να προστατέψω τον εαυτό μου, χώρια που είχε και κινητό με κάμερα.
- Θα κοιμηθεί ο καθένας στο κρεβάτι και το δωμάτιό του. Δεν μπορώ, εγώ ζεσταίνομαι!
Έτσι κι έγινε. Εγώ πάντα αργώ να κοιμηθώ, οπότε το βράδυ πάλι την άκουσα που πήγε τουαλέτα και τη βρήκε μόνη της. Βάρεσα κι εγώ μια μόνος, τουλάχιστον να μου φύγει το άχτι, το άγχος και το στρες. Την άλλη μέρα σηκώθηκα νωρίς και την κρυφάκουσα που μιλούσε στο τηλέφωνο με τους δικούς της, προσέχοντας μια φράση η οποία με προβλημάτισε πολύ: "Όχι, δεν έκανε τίποτα". Τα μαζέψαμε αργότερα και γυρίσαμε στην πόλη, ενώ οδηγούσα σκεφτικός. Αυτή μου ζήτησε να ξαναβρεθούμε. Άθελά μου όμως άρχισα να έλκομαι. Μια με το πρόστυχο, μια με το ρομαντικό το δικό της, μια με την ελπίδα τη δική μου πως ίσως μπορέσω να κάνω σχέση και πως ίσως "βάλω τη μικρή στο σωστό δρόμο", κόλλησα.
Μου έδωσε τον αριθμό της και μετά εξαφανίστηκε. Βρήκα δουλειά εντωμεταξύ και μάζευα λεφτά. Με είχε ξεχάσει τελείως. Μόνος κι έρημος κλασσικά, πήγαινα που και που σε καμιά πουτάνα. Όμως δεν την ξέχασα. Της έστελνα κανένα μήνυμα που και που, όμως απάντηση δεν έπαιρνα. Ευτυχώς που δεν ήταν "καυτά". Μέχρι που αποφάσισα να την πάρω τηλέφωνο. Όμως για κακή μου τύχη, απάντησε η μάνα. Προσποιήθηκα λάθος κλήση κι έκλεισα. Τότε κατάλαβα τί πραγματικά είχε γίνει, μου είχε δώσει επίτηδες το νούμερο αυτό. Έπειτα ένας φίλος που δουλεύει στην αστυνομία, μου σφύριξε πως με τους γονείς της έκαναν καταγγελία εναντίον μου, πως την παρενόχλησα σεξουαλικά και τη βίασα. Μου είπε να μην ανησυχώ, καθώς σε τέτοιες σοβαρές περιπτώσεις εξετάζει το "θύμα" ιατροδικαστής και γίνεται εξέταση DNA κι επειδή του είχα αφηγηθεί κι αυτουνού τα καθέκαστα. Τελικά δεν με κάλεσαν καν να παρουσιαστώ, άνοιξαν φάκελο με υπόθεση εναντίον μου σε δικηγόρο και χρησιμοποίησαν έναν γνωστό δημοσιογράφο που μένει Πανόραμα κι αυτός και ήξερα το γιο του, για να βγάλει τη φωτογραφία μου και τα στοιχεία μου σε ανύποπτο χρόνο στην τηλεόραση, που αν και για λίγα δευτερόλεπτα μου έκανε ζημιά.
Σε λίγο χρόνο έσκασε μύτη και ιδιωτικός ερευνητής στο χώρο εργασίας μου, ο οποίος τραγούδησε διάφορα σε συναδέρφους και προϊσταμένους. Ένας προϊστάμενός μου εκεί, Σερραίος και τούτος, τον κρυφάκουσα με τα ίδια μου τα αυτιά να λέει στο διάλειμμα στους άλλους συναδέρφους: "Να το προσέχετε αυτό το ρεμάλι, είναι άξεστος και οργίλος. Το κοριτσάκι που παρενόχλησε ήταν και συντοπίτισσά μου από Σέρρες, τον βγάλανε και στην τηλεόραση". Μου κάνανε μάλιστα διάφορα "τεστ" συμπεριφοράς και όχι μόνον εκεί, προσπαθώντας να με εκνευρίσουν και να καυγαδίσω, σαν να θέλανε να αποδείξουν του λόγου εκείνου του μαλάκα το αληθές, όμως όλοι και μάλιστα εμβρόντητοι, λέγανε πως "αυτός ο νεαρός είναι ευγενέστατος" και απορούσαν οι άνθρωποι. Κυνικότατος και ατιμότατος ο Σερραίος μετά τους έλεγε: "Είδε πως με τον παλιοχαρακτήρα δεν πάει πουθενά και το παίζει καλός τώρα", ενώ εγώ πάντα μια ζωή ήμουν τιμιότατος, ευγενέστατος και ηθικός, γι' αυτό και τραβάω παντού και πάντα των παθών μου τον τάραχο.
Τελικά με πήρε τηλέφωνο η ίδια μόνη της ξαφνικά παραμονή χριστουγέννων και μου λέει πως θα έρθει σπίτι μου να με δει. Σε όλη τη διαδρομή, μέσα στο λεωφορείο, έκλαιγα με πικρό δάκρυ και ένιωθα σαν να μου ξερίζωσαν και μου ξέσκισαν την καρδιά. Τελικά έφτασα, φόρεσα τη σιδερένια, απρόσωπη "μάσκα" μου, έκανα πέτρα την καρδιά μου και την περίμενα. Υποκριτικά μου χαμογέλασε και με χαιρέτησε, κατσαμε για λίγο και μιλήσαμε για άσχετα. Με ευχαρίστησε και έφυγε, αφού πρώτα με στόλισε με ένα σωρό προσβλητικές ατάκες και αφού μου είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, όταν αποφοιτήσει. Μετά από καιρό τη βρήκα στο internet και από όσα είδα, έγινε άλλο ένα τυπικό τσουλάκι, φωτογραφίες αποκαλυπτικές, 2-3 αγόρια που της αρέσουν ταυτόχρονα το καθένα για διαφορετικούς λόγους και με διαφορετικό προσόν όπως γράφει κι η ίδια και μάλιστα τα απαριθμεί, αγόρια, ποδόσφαιρο και γαμιάδες τραγουδιστές, είναι τα μεγαλύτερα, ίσως και τα μόνα, ενδιαφέροντά της. Εγώ έμεινα "νηστικός", ρημάχτηκα κιόλας, για να κάνει τώρα πάρτι η "κυρία" μαζί με τα άλλα ξέκωλα και τα αγοράκια. Στην υγειά μου.
Copyright protected OW ref: 96696
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.